Η ώρα είναι 5.27. Η βροχή δεν έχει σταματήσει εδώ και δυο ώρες. Καθισμένος στο πίσω κάθισμα του ταξί, κολλημένος στη κίνηση της Πέμπτης στην Εγνατία. Βλέπω τους περαστικούς, τους βλέπω να περπατάνε με βήμα γοργό, αποφασιστικό κάτω από τις ομπρέλες τους. Βλέπω τα αυτοκίνητα να κινούνται απότομα, νευρικά υπακούοντας στον εκνευρισμό των οδηγών τους. Όλοι κάπου πάνε. Όλοι κάτι πρέπει να προλάβουν. Όλους, τους πιέζει ο χρόνος.
Βλέπω τον εαυτό μου σε αυτούς τους περαστικούς. Βλέπω τον εαυτό μου κάτω από τις ομπρέλες. Βλέπω τον εαυτό μου στη θέση του κάθε οδηγού, που βιάζει το τιμόνι του.
Όχι όμως σήμερα. Σήμερα είναι αλλιώς.
Εκεί που πάω σήμερα, ο χρόνος δεν κυλάει με τους ίδιους αυτούς ρυθμούς. Εκεί που πάω σήμερα δεν βιάζομαι να φτάσω. Φοβάμαι…
Είναι σήμερα από αυτές τις μέρες, που συνειδητοποιείς το πόσο λάθος ζεις. Που συνειδητοποιείς το πόσα πράγματα αφήνεις να σου φεύγουν μέσα από χέρια. Που συνειδητοποιείς το πόσα χάνεις καθημερινά. Που συνειδητοποιείς το πως, η παχύτητα της ανθρώπινης ύπαρξης σου, σε έχει τυφλώσει, οδηγώντας σε, σε πάθη, σε μικρότητες, σε εγωισμούς.
Είναι σήμερα από τις μέρες αυτές, που συνειδητοποιείς το πόσο λάθος είσαι.
Δεν πάω για μένα. Αλλά δεν νιώθω τυχερός. Δεν νιώθω ευλογημένος.
Μουδιασμένος νιώθω.
-Φτάσαμε…
Η ώρα είναι 5.48…
-Τι χρωστάω;
-Είναι οκτώμισι ευρώ…
-Κράτα δέκα…
Βγαίνω αργά… Ακόμα βρέχει…
Θεαγένειο…