-‘’Πως νιώθεις; Είσαι ευτυχισμένος;’’, τον ρώτησα…
-‘’Πως ορίζεις την ευτυχία;’’, μου απάντησε αυτός…
-‘’Πως την καταλαβαίνεις;’’
Έμεινε για λίγο σιωπηλός. Ήταν δεν ήταν δεκαπέντε χρονώ…
-‘’Όχι,’’ μου απάντησε κοφτά. ‘’Πως μπορεί κάποιος να είναι σήμερα ευτυχισμένος; Τόσος πόνος. Τόση στεναχώρια. Είναι λες και όλοι, έχουν το μυαλό τους θολωμένο. Δεν βλέπουν το τι γίνεται γύρω μας; Δεν βλέπουν; Δεν τους νοιάζει ίσως. Τα πάντα για το χρήμα. Τα πάντα. Είναι λες, λες και θα ζήσουν όλοι τους για πάντα…Δεν είναι όμως έτσι. Και αυτοί και εμείς όλοι, όλοι κάποια μέρα θα πεθάνουμε. Τι νομίζουν; Κάποια μέρα όλοι θα πεθάνουμε. Και είναι ο θάνατος δίκαιος’’…
-‘’Ποια είναι η γνώμη σου; Τι πρέπει να γίνει;’’
-‘’Δεν ξέρω… Πραγματικά δεν ξέρω. Εγώ ξέρω ότι δεν αντέχω άλλο. Δεν αντέχω να βλέπω. Να ακούω. Δεν αντέχω να ζω. Δεν έχω όνειρα. Δεν θέλω να κάνω.’’
-‘’Γιατί;’’
-‘’Γιατί φοβάμαι. Γιατί φοβάμαι πως ότι και αν κάνω. Ό,τι στόχο και αν βάλω. Στο τέλος, θα απογοητευτώ…’’.
Αναρωτιέμαι, τι πιο τρομαχτικό είναι… Το γεγονός ότι ένα δεκαπεντάχρονο παιδί βλέπει τον θάνατο ως λύση, ή το γεγονός ότι όνειρα δεν κάνει;…
Σκέφτομαι μετά πως όχι.
Πιο τρομαχτικό από όλα, το γεγονός ότι όλοι αυτοί, οι με το μυαλό το θολωμένο, δεν συγκινούνται καθόλου από τέτοια λόγια ενός παιδιού…
Άνθρωπε.
Όπου και αν είσαι. Ό,τι και να κάνεις.
Μην αφήσεις την ελπίδα, στο παιδί αυτό να σβήσει…
Ελευθεριάδης Γ. Ελευθέριος
Ψυχολόγος M.Sc.